>Ανάρτηση

08/07/2009 22:31

 

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

 

ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ KOMMATΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΟΘΩΝΙΚΗΣ ΜΟΝΑΡΧΙΑΣ

 

 (ιστορικές καταβολές, εξέλιξη, οργανωτικές δομές, ο ρόλος τους στο πολιτικό σύστημα της χώρας και η ιδεολογική τους φυσιογνωμία)

 

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 

Του

ΑΝΤΩΝΗ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ

 

Αθήνα, 21 Μαρτίου 2008

 

 

1.     ΕΙΣΑΓΩΓΗ ………………………………………………..3

 

2.     ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ……………………………….3

 

3.     ΕΞΕΛΙΞΗ………………………………………………….5

 

4.     ΚΟΜΜΑΤΑ - ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ……………………………………………………5

 

5.     ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ………………………………………………6

 

ΕΞΕΛΙΞΗ ΣΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ………………..7

 

6.     ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ………………………………………10

 

 

7.     ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ………………………………………….12

 

 

1.     ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

Η παρούσα εργασία, στόχο έχει να καταγράψει την εμφάνιση των πρώτων κομμάτων στην Ελλάδα μετά την επανάσταση του 1821 κατά τη σύσταση του ανεξάρτητου πλέον, ελληνικού κράτους. Η περίοδος την οποία εξετάζουμε  ξεκινά λίγο πριν την επανάσταση, όπου θα δούμε την οργανωτική δομή των τοπικών κοινωνιών, το ρόλο που έπαιξαν κατά την επαναστατική περίοδο, καθώς και αυτών που διαδραμάτισαν μέχρι το 1862, κατά την περίοδο της Οθωνικής μοναρχίας.

Μέσα σε αυτά τα 40 χρόνια θα εξετάσουμε την πορεία των πρώτων κομμάτων που έκαναν την εμφάνισή τους στα πολιτικά δρώμενα του νεοσύστατου κράτους, την εξέλιξή τους μέσα από την επαναστατική περίοδο και τη λειτουργία τους μέσα στο μοναρχικό πολίτευμα. Επίσης θα εξετάσουμε  τις οργανωτικές τους δομές, τους επηρεασμούς που είχαν, καθώς και τον ιδεολογικό προσανατολισμό που πρέσβευαν.

 

2.     ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ

 

Κατά την προεπαναστατική περίοδο οι Έλληνες δεν είχαν τη δυνατότητα να συγκροτήσουν πολιτικά κόμματα. Σε κάθε κοινωνία υπήρχαν οι ισχυρές οικογένειες, οι οποίες διέθεταν οικονομική αυτάρκεια και περιουσία και συγκροτούσαν τις «φατρίες», ή τα «πελατειακά δίκτυα». «Η σχέση πελατείας είναι μια σχέση εκούσιας διπολικής συναλλαγής ανάμεσα σε κοινωνικούς φορείς άνισης κοινωνικής και οικονομικής ισχύος που στηρίζεται στην αμοιβαία αντίληψη υποχρεώσεων παροχής ορισμένων διαφορετικών υπηρεσιών, χωρίς το πλέγμα αυτό των υποχρεώσεων να εντάσσεται σ’ ένα δεδομένο έννομο ή οπωσδήποτε θεσμοποιημένο σύστημα αξιολογικών κανόνων συμπεριφοράς και αντίστοιχων κυρώσεων»[1].  Καθώς δεν είχαν αναπτυχθεί δημοκρατικοί και αντιπροσωπευτικοί θεσμοί «η πολιτική ζωή αναγκαστικά περνούσε μέσα απ’ αυτά τα δίκτυα πατρωνίας και πελατείας»[2].

Στην Πελοπόννησο για παράδειγμα αναπτύχθηκαν δυο μεγάλα δίκτυα πατρωνίας, στην κορυφή των οποίων βρίσκονταν οικογένειες προκρίτων. Ανάμεσα σε αυτές επικρατούσε έντονος ανταγωνισμός για τον έλεγχο των δημοσίων θέσεων, το μοίρασμα της εξουσίας, τους διορισμούς στον διοικητικό μηχανισμό κ.α.

Σύμφωνα με άρθρο της νεοκδοθείσης εφημερίδας Ήλιος το 1833, απαριθμούνταν εφτά κόμματα τα οποία έφεραν το όνομα του αρχηγού της φατρίας: Το «Μαυροκορδατικόν», το «Κωλεττικόν», το «Ζαϊμικόν», το «Δελιγιαννικόν», το «Μαυρομιχαλικόν» και το Κουντουριωτικόν».[3]

Ο ανταγωνισμός των παραπάνω φατριών εντάθηκε αμέσως μετά την επανάσταση του 1821. Κάθε μια οικογένεια, είτε με πρόσκαιρες συμμαχίες που στηρίζονταν κυρίως σε γάμους μεταξύ διαφορετικών οικογενειών (εκλεκτές συγγένειες), επιχειρούσε να έχει ουσιαστικό ρόλο και εξουσία σε ότι αφορά τη διαμόρφωση του νεοσύστατου κράτους. Ο ρόλος της πατρωνίας άρχισε να ενισχύεται τα τελευταία χρόνια της προεπαναστατικής περιόδου κατά την οποία η δύναμη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας βρισκόταν σε ύφεση. Είναι χαρακτηριστικό ότι «κάθε καινούργιος πασάς δεν μπορούσε να ασκήσει την εξουσία του αν δεν συμμαχούσε με μια από τις φατρίες»[4].

Οι φατρίες ήταν εκείνες που συνέστησαν και συγκροτούσαν κατά την Οθωνική περίοδο τα πολιτικά κόμματα. Στην Πελοπόννησο διακρίνεται η φατρία του Σωτηράκη Λόντου (Βοστίτσα) με ισχυρά μέλη τα τον Ασημάκη Ζαΐμη από την Κερπινή Καλαβρύτων και το Γεώργιο Σισίνη από τη Γαστούνη. Αντίπαλη φατρία, ήταν του Γιάννη Δεληγιάννη από τα Λαγκάδια Καρύταινας, με συμμάχους τον Σωτήρη Χαραλάμπη από τα Καλάβρυτα, το Θάνο Κανακάρη από την Πάτρα και τον Πανούτσο Νοταρά από την Κόρινθο.

Από τις ισχυρές επίσης φατρίες στην Πελοπόννησο (Μάνη) διακρίνεται η οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων με σημαντικό ρόλο στην κήρυξη της επανάστασης, κατά την οποία έχασαν τη ζωή τους σαράντα εννέα μέλη της οικογένειας, καθώς ο Πετρόμπεης ήταν ο κύριος υποκινητής της στη Νότια Πελοπόννησο.[5] Τέλος, η φατρία των Κουντουριώτηδων στην Ύδρα, ήταν από τις παλαιότερες, τις πλουσιότερες, με σημαντική προσφορά στον απελευθερωτικό αγώνα. 

«Η επανάσταση ήταν σε μεγάλο βαθμό μια αγροτική εξέγερση που διενεργήθηκε μέσα σε έντονες κοινωνικές συγκρούσεις, με κορυφώσεις τους δυο εμφύλιους πολέμους στα 1823-1824».[6] Η έκρηξη της επανάστασης πρόσφερε τη δυνατότητα σε πολλούς οπλαρχηγούς ταπεινής καταγωγής να δημιουργήσουν τις δικές τους ομάδες, να ισχυροποιηθούν και να συγκροτήσουν ισχυρές φατρίες, οι οποίες στα κατοπινά χρόνια θα παίξουν σημαντικό ρόλο, τόσο στους σχηματισμούς των κομμάτων, όσο και στα κυβερνητικά σχήματα. Η περίπτωση του Γιάννη Μακρυγιάννη, του Οδυσσέα Ανδρούτσου, του Μαυροκορδάτου, του Κωλέττη στη Ρούμελη και του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην Πελοπόννησο αποτελούν απτά παραδείγματα.

 

1.     ΕΞΕΛΙΞΗ

 

Στο παρόν κεφάλαιο θα εξετάσουμε περιφραστικά την αναγκαιότητα που προέκυψε για τη δημιουργία των κομμάτων και τις διεργασίες που έγιναν στην μετεπαναστατική περίοδο μέχρι τον σχηματισμό τους. Σχεδόν όλοι οι ιστορικοί μετά την επανάσταση του 1821 διαπιστώνουν ένα σημαντικό πολιτικό κενό στα ελεύθερα πλέον, εδάφη. Σύμφωνα με τον J. Petropoulo, ο σχηματισμός ομάδων από τις φατρίες σε εθνικό επίπεδο πέρασε από τρείς φάσεις: α) Την τριετία 1821-23 εξελίχτηκε με βάση ταξικές διαστάσεις β) Το 1824 οι φατρίες ευθυγραμμίστηκαν σύμφωνα με τους τοπικούς διαχωρισμούς γ) το 1825 οι τρείς προσωπικές φατρίες που είχαν κυριαρχήσει ανάμεσα σε όλες τις άλλες χαρακτηρίστηκαν σύμφωνα με την προτίμησή τους για κάποια από τις εγγυήτριες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) και τελικά τέθηκαν υπό την προστασία τους.

Οι Έλληνες στρέφονται στις ξένες δυνάμεις ιδιαίτερα μετά τη συμμαχία του Μεχμέτ Αλη της Αιγύπτου με το Σουλτάνο και την αποβίβαση στην Πελοπόννησο του Ιμπραήμ.  «Η διαφορετική και σε πολλά σημεία συγκρουόμενη πολιτική των τριών δυνάμεων πάνω στο Ελληνικό ζήτημα επηρέαζε όχι μόνο τον επαναστατικό αγώνα, αλλά και την πολιτική σκέψη των Ελλήνων»[7].

 

2.     ΚΟΜΜΑΤΑ-ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ

 

Το «Αγγλικό» κόμμα αποτελούνταν από τους οπαδούς του Μαυροκορδάτου, τη φατρία Λόντου-Ζαΐμη και την παράταξη Μιαούλη-Τομπάζη στην Ύδρα. Επίσης στις τάξεις του είχαν προσχωρήσει και λόγιοι της εποχής, καθώς και στρατιωτικοί της Δυτικής Ρούμελης που είχαν σπουδάσει και διαμείνει στο εξωτερικό.

Το «Γαλλικό» κόμμα δημιουργήθηκε από τον Ιωάννη Κωλέττη το 1831-32, ο οποίος στην αρχή προσεταιρίστηκε κλέφτες και αρματολούς της Στερεάς. Στο κόμμα προσχώρησε μια σημαντική ομάδα προεστών από την Πελοπόννησο, καθώς και «μερικοί πολιτικοί επιτελείς, κυρίως εξευρωπαϊσμένοι λόγιοι, χωρίς τοπικούς οπαδούς, αλλά με γραφειοκρατικές ικανότητες».[8] Το «Γαλλικό» κόμμα ήταν κατά κάποιο τρόπο «μια σύμπραξη πολλών τοπικών αρχόντων, ο καθένας από τους οποίους διέθετε τους δικούς του οπαδούς και αναγνώριζε τον ηγέτη ή τους ηγέτες του κόμματος μόνον ως πρώτους μεταξύ ίσων».[9]

Το «Ρωσικό» κόμμα επηρέαζαν οι Καποδιστριακοί και η οικογένεια Κολοκοτρώνη. Στις τάξεις του είχαν στρατευθεί οι πολλοί φτωχοί. Και στα τρία κόμματα σημαντική επιρροή ασκούσαν οι πρεσβείες των τριών δυνάμεων.

 

3.     ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

 

Το προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδος που εγκρίθηκε από την πρώτη εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο (Ιανουάριος 1822) και η διακήρυξη της Ελληνικής ανεξαρτησίας που το συνόδευε διαπνέονταν από τις αρχές και τα αιτήματα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού «για φιλελεύθερους πολιτικούς θεσμούς και δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης»[10]. Οι ίδιες αρχές επαναλαμβάνονταν στον Συνταγματικό χάρτη που ψηφίστηκε από τη δεύτερη εθνοσυνέλευση στο Αστρος (Απρίλιος 1823).

Στην Τρίτη εθνοσυνέλευση (Μάιος 1827) της Τροιζήνας εγκαταλείφτηκε το αίτημα των φιλελεύθερων θεσμών και το πολιτικό σύνταγμα το οποίο ψηφίστηκε καθιέρωνε το προσωποπαγές καθεστώς του Ιωάννη Καποδίστρια, καθώς απαλείφτηκε η δημοκρατική χροιά των προηγούμενων συνταγμάτων και καθιερώθηκε «η πίστη στην φιλανθρωπία ενός ισχυρού ανώτατου εκτελεστικού οργάνου».[11]

Ουσιαστικά το σύνταγμα ανεστάλη και στον κυβερνήτη δόθηκαν δικτατορικές εξουσίες, οι οποίες μέσα από την τέταρτη εθνοσυνέλευση (Ιούλιος-Αύγουστος 1829) στο Αργος άνοιξαν το δρόμος στην εγκαθίδρυση μοναρχικής διακυβέρνησης. Αυτό έγινε από την πέμπτη εθνοσυνέλευση (Δεκέμβριος 1831-Μάρτιος 1832) στο Αργος και στο Ναύπλιο με την ψήφιση του νέου πολιτικού συντάγματος κατά το οποίο εγκαθίδρυε μοναρχικό πολίτευμα κατά τα πρότυπα της Γαλλικής Παλινόρθωσης. Έτσι «οι πολιτικές αξίες του νέου κράτους που έγινε ανεξάρτητο ύστερα από τη σύναψη της συνθήκης της 7 Μαΐου 1832 μεταξύ των τριών μεγάλων δυνάμεων οι οποίες είχαν αναλάβει το ρόλο των «προστάτιδων» της Ελλάδας, διαμορφώθηκαν από ιδεολογικές αρχές και πολιτισμικούς προσανατολισμούς διαφορετικούς από εκείνους που είχαν εμπνεύσει την ιδεολογία της Ελληνικής επανάστασης»[12].

Οι ηγέτες και οι οπαδοί του Αγγλικού Κόμματος θεωρούσαν ότι το ελληνικό κράτος θα μπορούσε να ιδρυθεί και να έχει ασφαλή σύνορα μόνο με την υποστήριξη της Αγγλίας. Ως θεμελιώδεις αρχές του πολιτικού συστήματος το αγγλικό κόμμα πίστευε στο κοινοβουλευτικό αντιπροσωπευτικό σύστημα και στη διάκριση των εξουσιών, αρχές τις οποίες υποστήριξε σε όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα. Στη συνέχεια ο Μαυροκορδάτος τροποποίησε τη θέση του, βλέποντας το σύνταγμα ως την τελική πράξη μιας σειράς εσωτερικών μεταρρυθμίσεων, όπως ο περιορισμός της κρατικής εξουσίας, περισσότερες ελευθερίες, αυτοκέφαλη ελληνική εκκλησία κ.α.

Το Γαλλικό Κόμμα έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα την υλική αποκατάσταση των αγωνιστών της ελευθερίας, κερδίζοντας έτσι οπαδούς σε διάφορες περιοχές της χώρας. Επίσης, πρέσβευε την άποψη για άμεση απελευθέρωση του αλύτρωτου ελληνισμού με σύντομες πολεμικές ενέργειες. Αποκορύφωμα των απόψεων αυτών είναι η διατύπωση με σαφήνεια το 1844 από τον Κωλέττη στην Εθνοσυνέλευση, της «Μεγάλης Ιδέας». Δηλαδή της άμεσης επαναστατικής εφόρμησης στα κατεχόμενα εδάφη τα οποία αποτελούσαν την κύρια Ελλάδα. Το πρόγραμμα του κόμματος για την εσωτερική πολιτική ήταν ασαφές, ενώ κατά την περίοδο της βαυαροκρατίας αγωνίστηκε εναντίων της στελέχωσης του στρατού από ξένους.

Το  Ρωσικό κόμμα (Ναπαίοι, όπως αλλιώς ονομάζονταν)  ήταν συντηρητικό σε όλες τις επιλογές του. Τα στελέχη και οι οπαδοί του πίστευαν ότι θεμέλιο ήταν η θρησκεία, για αυτό στράφηκαν και προς τη Ρωσία, επειδή ήταν η μόνη μεγάλη δύναμη με ορθόδοξο θρήσκευμα. Το Ρωσικό Κόμμα, έβλεπε τη θρησκεία σε διαρκή κίνδυνο και καταπολεμούσε τον κοσμοπολιτισμό και την οποιαδήποτε αποστασιοποίηση από τις παραδόσεις.  Προκειμένου να προσεγγίσει ευρύτερα λαϊκά στρώματα στρέφονταν συχνά στο θρησκευτικό συναίσθημα των Ελλήνων. Στο κόμμα αυτό στηρίχθηκαν ιδίως, στην εποχή της διακυβέρνησης της χώρας από τον Καποδίστρια όσοι είχαν υποφέρει κατά την εποχή της επανάστασης και τους εμφυλίους. Πίστευαν στην ίδρυση ενός ισχυρού κράτους το οποίο σε συνεργασία με τη Ρωσία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα φρόντιζε για την καθαρότητα της πίστης και θα αναγνώριζε στην εκκλησία κυρίαρχη θέση[13].

 

4.     ΕΞΕΛΙΞΗ ΣΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

 

«Για να καταλάβει κανείς τη συμπεριφορά των κομμάτων κατά τη διάρκεια της βασιλικής περιόδου, πρέπει να συλλάβει την εσωτερική τους διάρθρωση ως μια χαλαρή σχέση φατριών με έναν κομματικό αρχηγό και έναν ξένο αντιπρέσβη κυρίαρχους στην κορυφή και μια πληθώρα τοπικών πελατειών στη βάση»[14]. Καθώς δεν υπήρχαν δημοκρατικοί και αντιπροσωπευτικοί θεσμοί η πολιτική ζωή περνούσε μέσα από τα δίκτυα πατρωνίας και πελατείας[15]. Έτσι τα μεν κόμματα εξασφάλιζαν συμμάχους ανεξάρτητους από τη βασιλική εύνοια που ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής σε ορισμένα ζητήματα συνεργούσαν, ενώ σε άλλα συγκρούονταν. Κατά την περίοδο της μοναρχίας, όλα τα κόμμα είχαν συμμετοχή στη διοίκηση, με εξαίρεση το Ρωσικό κατά την περίοδο της αντιβασιλείας, γεγονός που ενίσχυε τις πελατειακές σχέσεις, αλλά και τον ανταγωνισμό με την κεντρική εξουσία, δηλαδή το στέμμα.

Η εγκατάσταση του Οθωνα και η πρώτη αντιβασιλεία μέχρι την ενηλικίωσή του απέκλεισε τα κόμματα από οποιαδήποτε συμμετοχή στη διαμόρφωση πολιτικής. Η ανάθεση πολλών σημαντικών θέσεων σε Βαυαρούς «αποξένωσε τους Έλληνες προύχοντες και διανοούμενους που έλπιζαν μετά την απαλλαγή τους από τον Καποδίστρια να κυριαρχήσουν οι ίδιοι στον κρατικό μηχανισμό».[16] Στην συνέχεια στηρίχτηκε στο Αγγλικό κόμμα στο οποίο απέδωσε «διακοσμητικές εξουσίες», ενώ προσεταιρίστηκε και το Γαλλικό κόμμα, αφήνοντας έξω από τα κρατικά αξιώματα τους Ναπαίους (Ρωσικό κόμμα).

Το 1938 οι Υδραίοι ξεσηκώθηκαν εναντίων των τοπικών αρχών, αμνηστεύτηκαν τελικά από την κυβέρνηση η οποία για να αντιμετωπίσει τη ληστεία που βρίσκονταν σε έξαρση δεν δίστασε να εκδώσει νόμο με αυστηρότερες ποινές (1840). Τη διετία 1938-39 ο ΄Οθωνας στρέφεται στην ενίσχυση του Ρωσικού κόμματος, με το διορισμό περισσότερων μελών του κόμματος αυτού στο υπουργικό συμβούλιο. Το Ρωσικό κόμμα μετά το θάνατο του Καποδίστρια ήταν αποδυναμωμένο ιδίως από τα πλήγματα που είχε δεχθεί (καταδίκη Κολοκοτρώνη, καταδίωξη οπαδών κ.α). «Στη διάρκεια των πρώτων χρόνων της οθωνικής εξουσίας η μυστική εταιρία Ο Φοίνιξ συνένωσε τους κατατρεγμένους Ναπαίους, που αναζήτησαν το νέο ηγέτη τους είτε στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου Οικονόμου (που κινήθηκε κυρίως στο συντηρητικό χώρο της εκκλησίας), είτε στο πρόσωπο του Γενναίου Κολοκοτρώνη ο οποίος αξιοποιώντας το κύρος του ονόματός του, ασκούσε ως υπασπιστής του βασιλιά κάποια επιρροή στις αποφάσεις του»[17]. Την ίδια περίοδο το Αγγλικό και Γαλλικό κόμμα επικέντρωσαν την αντιπολίτευσή τους στην διεκδίκηση συντάγματος. Δυο τάσεις αναδείχτηκαν στους κόλπους της αντιπολίτευσης: Οι «μετριοπαθείς» που προτιμούσαν κυβέρνηση από γνωστούς έλληνες πολιτικούς (Ζαΐμης, Κουντουριώτης, Κωλέττης κ.α.) οι οποίοι υποστήριζαν ότι χρειάζεται ακόμη καιρός για να διαπαιδαγωγηθούν πολιτικά και συνταγματικά οι Έλληνες και οι φιλελεύθεροι ριζοσπαστικοί με οπαδούς οπλαρχηγούς, όπως ο Μακρυγιάννης, αλλά και διανοούμενους με δυτική παιδεία που ευνοούσαν κυβέρνηση αντιπροσωπευτική με πολιτικές ελευθερίες και πίστευαν ότι το σύνταγμα ως σύμβολο πολιτικής ωριμότητας θα οδηγούσε τη χώρα στην ένταξή της στο ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό[18].

Η θέση του ρωσικού κόμματος αποδυναμώθηκε όταν απέτυχε η συνομωσία της Φιλορθόδοξου Εταιρίας η οποία προέβαλλε αλυτρωτικούς στόχους και στρέφονταν επίσης κατά του θρόνου, της ελληνορθοδόξου ελληνικής εκκλησίας και των ετεροχθόνων. Επίσης η εμπορική συμφωνία με την Τουρκία το 1840 που επεξεργάστηκε και υπέγραψε στην Κωνσταντινούπολη ο Κωνσταντίνος Ζωγράφος επέφερε νέα ήττα στο Ρωσικό κόμμα. Η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Μαυροκορδάτο τον Ιούνιο του 1841 φάνηκε ότι θα μείωνε τη βαυαρική επιρροή και θα ενίσχυε τους κρατικούς θεσμούς, όμως 6 εβδομάδες αργότερα ο βασιλιάς τον απομάκρυνε. Στη θέση του διόρισε τον Δημήτριο Χριστίδη που υποστηρίζονταν από το Γαλλικό κόμμα, εναντίων του οποίου στράφηκαν το Αγγλικό, το Ρωσικό και αργότερα πολλά στελέχη του Γαλλικού κόμματος. 

Η κακή οικονομική κατάσταση της χώρας και οι πιέσεις που ασκούσαν οι προστάτιδες δυνάμεις προκειμένου να παραχωρήσουν νέο δάνειο, στράφηκαν κατά την βαυαροκρατίας. Την ίδια περίοδο 1843 εκδηλώθηκε από τα τρία κόμματα μαζί με στρατιωτικούς το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου, το οποίο απαίτησε από τον Οθωνα νέο σύνταγμα. Τον Μάρτιο του 1844 η εθνοσυνέλευση τελείωσε τις εργασίες της έχοντας έτοιμο το νέο σύνταγμα το οποίο στηρίχτηκε στο Γαλλικό, και αναγνώριζε σημαντικές εξουσίες στο Στέμμα, αλλά συνάμα προστάτευε και κατοχύρωνε σημαντικές πολιτικές ελευθερίες. Η εφαρμογή του σήμανε την έναρξη μιας νέας συνταγματικής πλέον μοναρχίας, όπου ο μονάρχης δεν κυβερνούσε «ελέω θεού», αλλά οι νόμιμες εξουσίες και τα δικαιώματά του όπως και εκείνα των πολιτικών κομμάτων περιγράφονταν στο σύνταγμα.[19].

Η ηρεμία  και η πολιτική σταθερότητα στη χώρα επήλθε για μικρό χρονικό διάστημα. Δεν άργησε και πάλι να αυξάνεται η δυσφορία ενάντια στο στέμμα το οποίο οδηγήθηκε,  το 1862 προκειμένου να αποφευχθεί νέα εσωτερική διαμάχη και εμφύλιος, σε αποχώρηση από τη χώρα.

5.     ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

 

1.     Μετά την κήρυξη της επανάστασης το 1821 διαπιστώνεται πολιτικό κενό ως προς το ενδεχόμενο ανάληψης από ικανούς πολιτικούς της κυβερνητικής εξουσίας, με στόχο τη συγκρότηση ενιαίου κράτους.

2.     Στις κοινωνίες, ιδίως σε εκείνες όπου εκδηλώθηκαν τα πρώτα επαναστατικά κινήματα εναντίων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (Πελοπόννησο, Ρούμελη), με στόχο την απελευθέρωση, είχαν αναπτυχθεί ισχυρές οικογένειες (φατρίες), οι οποίες είχαν οικονομική άνεση και πλούτο και συνέβαλαν ποικιλοτρόπως στον αγώνα για την απελευθέρωση. Οι φατρίες μάλιστα ήταν τόσο ισχυρές κατά την προεπαναστατική περίοδο, όπου βρίσκονταν σε ύφεση η δυναμική των Οθωμανών, ώστε οι πασάδες δεν μπορούσαν να κυβερνήσουν αν δεν εξασφάλιζαν συμμαχίες με κάποιες από τις οικογένειες. Την εποχή της εξέγερσης οι φατρίες ενώθηκαν με στόχο την απελευθέρωση, αντιμάχονταν στην συνέχεια για τον έλεγχο δημοσίων θέσεων και εξουσίας. Την περίοδο αυτή συναντάμε εφτά κόμματα τα οποία έφεραν το όνομα του αρχηγού της φατρίας, όπως το Μαυροκορδατικόν, Κωλεττικών κ.α. Οι φατρίες αυτές, αλλά και εκείνες που θα προκύψουν από τη γενναιότητα ταπεινών οικογενειών κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, όπως του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη κ.α, θα προχωρήσουν μετέπειτα στη σύσταση κομματικών μηχανισμών με στόχο τη νομή της εξουσίας.

3.     Μετά την απελευθέρωση των πρώτων εδαφών οι έλληνες στράφηκαν για βοήθεια στις τρείς μεγάλες δυτικές δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία), οι οποίες με τη σειρά τους αλληλοσυγκρούονταν πάνω στο ελληνικό ζήτημα, επηρεάζοντας ταυτόχρονα και την πολιτική σκέψη των ελλήνων. Έτσι, τα κόμματα που συνεστήθησαν από τις φατρίες, έφεραν τους τίτλους των τριών παραπάνω δυνάμεων, με τις οποίες επιχείρησαν να συνδεθούν, ώστε από κοινού και υπό την προστασία τους να κατευθύνουν τα πράγματα.

4.     Διαπιστώνεται παντελή έλλειψη ιδεολογικού προσανατολισμού, προγράμματος και αρχών. Ως πιο σοβαρό κόμμα καταγράφεται το Αγγλικό με αρχηγό τον Μαυροκορδάτο, το οποίο θεωρούσε, αφού έκανε στροφή μετά τον απελευθερωτικό αγώνα, το σύνταγμα ως την τελική πράξη μιας σειράς εσωτερικών μεταρρυθμίσεων. Το Γαλλικό πρέσβευε την υλική ικανοποίηση των αγωνιστών, ενώ αξιοσημείωτη στάθηκε η ομιλία του αρχηγού του Ιωάννη Κωλέττη στην εθνοσυνέλευση του 1844, κατά την οποία ανέπτυξε την «Μεγάλη Ιδέα» για την άμεση απελευθέρωση των αλύτρωτων εδαφών. Το Ρωσικό κόμμα εμφανίζεται ως το πιο συντηρητικό, διατηρεί στενή σχέση με την εκκλησία και στρέφεται προς τη Ρωσία επειδή είναι η μόνη δύναμη με ορθόδοξο θρήσκευμα.

5.     Η έλλειψη θεσμών κατά τη διάρκεια της βασιλικής περιόδου οδήγησε την πολιτική ζωή μέσα από τα πελατειακά δίκτυα πατρωνίας. Στο κομμάτι αυτό επικεντρώνεται ο ανταγωνισμός των κομμάτων φατριών, καθώς όλα συμμετείχαν στις κυβερνήσεις.

6.     Η εγκαθίδρυση της «ελέω θεού» μοναρχίας περισσότερο κατά την περίοδο της αντιβασιλείας και λιγότερο με την ενηλικίωση του Οθωνα, προσέφερε  διακοσμητικό και όχι ουσιαστικό ρόλο στα κόμματα. Υπόσταση άρχισαν να αποκτούν τα κόμματα μετά το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, το οποίο επέβαλε σύνταγμα, μέσα από το οποίο, προβλέπονταν η διάκριση των εξουσιών.

 

 

6.     ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

 

·        Νεώτερος Ελληνισμός 1827-1862 τόμος 12ος, εκδόσεις Δομή, Αθήνα 2007

 

·        Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία Σ. Μαρκέτος, Γ. Μαργαρίτης,  Κ. Μαυρέας Ν. Ρωτζόκος, Τόμος Γ, ΕΑΠ Πάτρα 1999 σελ 149

 

·        J. Petropoulos, «Πολιτική και Συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο 1833-1843» Α΄-Β΄, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Β΄ έκδοση, Αθήνα 1997

 

·         Πασχάλη Μ. Κιντρομηλίδη, «Νεοελληνικός διαφωτισμός, οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες», μετάφραση Σ. Νικολούδη, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 1996

 

·        Θέματα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας από τις πηγές Γ΄ Λυκείου έκδοση  ΙΕ, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1996

 

·        Θέματα νεοελληνικής ιστορίας, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, έκδοση στ΄,  Εκδόσεις ΟΕΔΒ, Αθήνα 2004

 

 

·        Γεώργιος Κοντογιώργης, «Κοινωνικές και Πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα», εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 1977

 

 


[1] Γεώργιος Κοντογιώργης, «Κοινωνικές και Πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα», Αθήνα 1977, σελ 76

[2] Σ. Μαρκέτος, Ελληνική Ιστορία, Νεώτερη και σύγχρονη Ελληνική ιστορία, ΄ «Από τον Καποδίστρια στον Βενιζέλο», στο Γ. Μαργαρίτης, Κ. Μαυρέας, Ν. Ροτζώκος, Τόμος Γ, ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ147

[3] J. Petropoulos, «Πολιτική και Συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο 1833-1843» Α΄-Β΄, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Β΄ έκδοση, Αθήνα 1997, σελ 77

[4] Όπως στο 1 σελ 80

[5] Όπως στο 1 σελ 86

[6] Πασχάλη Μ. Κιντρομηλίδη, «Νεοελληνικός διαφωτισμός, οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες», μετάφραση Σ. Νικολούδη, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 1996, σελ 467

[7] Θέματα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας από τις πηγές Γ΄ Λυκείου έκδοση  ΙΕ, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1996 σελ 205

[8] J. Petropoulos, «Πολιτική και Συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο 1833-1843» Α΄-Β΄, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Β΄ έκδοση, Αθήνα 1997, σελ 165

[9] J. Petropoulos, «Πολιτική και Συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο 1833-1843» Α΄-Β΄, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Β΄ έκδοση, Αθήνα 1997,σελ 168

[10] Πασχάλη Μ. Κιντρομηλίδη, «Νεοελληνικός διαφωτισμός, οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες», μετάφραση Σ. Νικολούδη, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 1996, σελ 468

[11] Όπως στο 2 σελ 469

[12] Όπως στο 2 σελ 473

[13] Αγαθοκλής Αζέλης «Διαμόρφωση και λειτουργία Πολιτικών Κομμάτων στην Ελλάδα 1821-1936», στο Γεώργιος Μαργαρίτης, Νικόλαος Ανδριότης, Θεοχάρης Δετοράκης Θέματα νεοελληνικής ιστορίας, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, έκδοση στ΄,  Εκδόσεις ΟΕΔΒ, Αθήνα 2004 σελ 69

[14] J. Petropoulos, «Πολιτική και Συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο 1833-1843» Α΄-Β΄, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Β΄ έκδοση, Αθήνα 1997, σελ 173

[15] Όπως στο 1 σελ 147

[16] Σ. Μαρκέτος «Από τον Καποδίστρια στον Βενιζέλο, Πολιτική ιστορία», στο Γ. Μαργαρίτης, Κ. Μαυρέας Ν. Ρωτζόκος, Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία Τόμος Γ, ΕΑΠ Πάτρα 1999 σελ 145

[17] Γ. Αναστασιάδη, «Οι Έλληνες στις συμπληγάδες της απόλυτης μοναρχίας του Οθωνα», Νεώτερος Ελληνισμός 1827-1862 τόμος 12ος, εκδόσεις Δομή, Αθήνα 2007 σελ 178

[18] Γ. Αναστασιάδη, «Οι Έλληνες στις συμπληγάδες της απόλυτης μοναρχίας του Οθωνα», Νεώτερος Ελληνισμός 1827-1862 τόμος 12ος, εκδόσεις Δομή, Αθήνα 2007 σελ 181

[19] Σ. Μαρκέτος «Από τον Καποδίστρια στον Βενιζέλο, Πολιτική ιστορία», στο Γ. Μαργαρίτης, Σπ. Μαρκέτος, Κ. Μαυρέας Ν. Ρωτζόκος, Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία Τόμος Γ, ΕΑΠ Πάτρα 1999 σελ 149

Επιστροφή στην Αρχή
  Top